Οι Έλληνες απέδιδαν την εφεύρεση της κλειδός στον Θεόδωρο τον Σάμιο και η χρήση της συναντάται ήδη από τους Ομηρικούς χρόνους. Η κλεις ήταν γνωστή και στους Αιγυπτίους και για τον λόγο αυτό σε πλείστα μνημεία της αρχαίας Αιγύπτου ο Όσιρις και η Ίσις αναπαριστώνται κρατόντες την κλείδα ανά χείρας. Κοινή ήταν η χρήση της κλειδός και στους Ρωμαίους, των οποίων οι κλείδες σε τίποτε δεν διέφεραν από τις σημερινές. Οι ιστορικοί της εποχής μας πληροφορούν ότι οι κλείδες συνηθέστερα εκατασκευάζοντο από σίδηρο, δεν ήταν όμως σπάνιες οι περιπτώσεις στις οποίες εκατασκευάζοντο από πολύτιμα μέταλλα. Κοσμούνταν, δε, αναλόγως της χρήσης, τους με σύμβολα καθημερινά, νεκρικά ή και αποκρυφιστικά. Στο μουσείο του Λούβρου εκτίθενται κλείδες με λαβές παριστάνουσες σφίγγες, δράκοντες αλλά και ουροβόρους όφεις ή ακόμα κλείδες φέρουσες μυστηριακά ή και καββαλιστικά σύμβολα.
Aντιλαμβανόμαστε, λοιπόν, ότι πέρα από την πρακτική χρήση για την διαφύλαξη αγαθών τα οποία θεωρούνται πολύτιμα, η συμβολική χρήση της κλειδός δεν ήταν άγνωστη στο πέρασμα των αιώνων. Αυτή μεταφορικώς χρησιμοποιήθηκε ως έννοια δηλωτική της διαφυλάξεως πολύτιμων γνώσεων.
Η εσωτερική μορφή
Το σύμβολο της κλειδός, ως σύμβολο σιγής και περισκέψεως χρησιμοποιήθηκε τόσο στα Ελληνικά, όσο και στα Αιγυπτιακά και Ιουδαϊκά μυστήρια. Ο Καλλίμαχος στους ύμνους του προς τους Ολύμπιους θεούς αναφέρει ότι στην Ελευσίνα η ιέρεια της θεάς Δήμητρας έφερε κλείδα ως έμβλημα του μυστικού της υπουργήματος. Ο δε Σοφοκλής στον «Οιδίποδα επί Κολωνώ» λέγει, διά του χορού, αναφερόμενος στους Ευμολπίδες «...ων και χρυσέα κλείς επί γλώσσα βέβακε», υπονοώντας ότι στους ιεροφάντες των Ελευσινίων μυστηρίων είχε τοποθετηθεί επί της γλώσσας τους κλείδα χρυσή για να μην αποκαλύψουν τα απόρρητα.
Στα μυστήρια της Ίσιδος, όπως αναφέρει ο Πλούταρχος στο έργο του «Περί Ίσιδος και Οσίριδος» η κλεις ήταν η ιερογλυφική παράσταση του ανοίγματος της καρδίας και της συνειδήσεως «εν τω βασιλείω του Θανάτου προς δίκην και κρίσιν». Αναφέρεται, δε, ότι στα Ιουδαϊκά μυστήρια η κιβωτός της διαθήκης, όπου εφυλάσσοντο άπαντα τα ιερά μυστικά σύμβολα, εκλείετο με κλείδα χρυσή.
Ο Εliphas Levi στο έργο του το «Κλειδί των Μεγάλων Μυστηρίων» μας πληροφορεί ότι κατά την αποκρυφιστική παράδοση το ιερό και απόκρυφο αλφάβητο, το οποίο οι Εβραίοι αποδίδουν στον Ενώχ, αποτελείται από ιδέες προσκολλημένες σε σημεία και αριθμούς και υλοποιεί τις απόκρυφες πλευρές της γνώσης. Σύμφωνα με την ίδια παράδοση ο Σολομώντας είχε αναπαραστήσει αυτό το αλφάβητο με τριάντα έξη κλείδες, γνωστές και ως κλείδες του Σολομώντα. Αυτά τα κλειδιά έχουν περιγραφεί στο βιβλίο που το παραδοσιακό του δόγμα ανάγεται στον πατριάρχη Αβραάμ και ονομάζεται Σεφέρ - Γεζιράχ, και με το οποίο εισερχόμεθα στην κεκρυμμένη έννοια του Ζοχάρ του σπουδαιότερου βιβλίου της Καββαλά.
Κατά την αλχημιστική παράδοση η κλεις κατέχει θεμελιώδη θέση στην αναζήτηση της παγκόσμιας πνευματικής αναγέννησης. Αναφέρει, χαρακτηριστικά, ο Roger Bacon στο έργο του Opus Maius ότι η φιλοσοφική λίθος αποτελεί το κλειδί για τη μεταστοιχείωση της κοσμικής ύλης ο δε Elias Ashmole θεωρούσε την Αλχημεία την μυστική κλείδα για την εσωτερική μελέτη κάθε επιστήμης. Τέλος, ο περίφημος Raymond Lullus συνέταξε στο Παρίσι τον 13ο αιώνα την περίφημα Clavicula (κλείδα), της οποίας το περιεχόμενο βρίθει αλληγοριών. Στον πρόλογο έγραφε «κλείδα το σύγγραμμα τόδε ονόμασα διότι άνευ αυτής θα ήταν αδύνατον τις να κατανοήση τα βιβλία την απόκρυφη γνώση περικλείοντα. Σκοτεινοί γαρ οι ημέτεροι λόγοι τοις αμάθεσιν αείποτε φαίνονται».
Τεκτονική θεώρηση
Ο Oliver στο έργο του «Symbolism of the masonic degrees» χαρακτηρίζει την κλείδα ως ένα εκ τον σημαντικότερων τεκτονικών συμβόλων. «Καίτοι» γράφει «έχει την εμφάνιση ενός κοινού μεταλλικού εργαλείου, προορισμένου να επιτελεί μία καθ’ όλα απλή πράξη, διά τους αληθώς μυημένους τέκτονας αποτελεί το σύμβολο το διδάσκον εαυτούς να τηρούν την γλώσσαν τους και να απέχουν από τα ταπεινωτικά πάθη της συκοφαντίας και της δυσφημήσεως». Επίσης στα παλαιά τυπικά του Μαθητού του 17ου αιώνα γίνεται εκτεταμένη μνεία της κλειδός, με τη βοήθεια της οποίας είναι δυνατόν να αποκτηθούν τα μυστικά του Τάγματος. Σύμφωνα με τα σιγήσαντα αυτά τυπικά η κλεις αποτελούσε το νήμα της εισόδου της ζωής και συνδεόταν στενά με την καρδιά, διότι η γλώσσα «ουδέν έδει να προφέρει πλην των όσων υπαγορεύει η καρδία». Επίσης στο ίδιο τυπικό αναφερόταν ότι η κλεις δεν αποτελείτο εκ μετάλλου και συνεπώς έπρεπε να αφήνετε εκτός του Ναού, αλλά από «γλώσσα καλών λόγων». Εις, δε, το τυπικό του βαθμού του Διδασκάλου του Αδωνιραμικού Τεκτονικού Τύπου βρίσκεται η εξής κατήχηση:
Ερ. Τι κρύπτετε
Απ. Όλα τα μυστικά άτινα μου ενεπιστεύθησαν
Ερ. Που τα κρύπτετε
Απ. Εις την καρδίαν
Ερ. Έχετε κλείδα όπως εισέλθετε εις αυτήν
Απ. Μάλιστα Σεβ\Διδ\
Ερ. Που την φυλάττετε
Απ. Εις κοράλινον κιβώτιον, όπερ ανοίγει και κλείνει μόνον με ελεφαντίνους κλέιδας
Ερ. Εκ τίνος μετάλλου αποτελείται
Απ. Δεν αποτελείται εκ μετάλλου. Είναι γλώσσα υπακούουσα εις την λογικήν και γνωρίζουσα πως να ομιλή το καλόν διά τους περί ών ομιλεί, επί παρουσία ή εν τη απουσία των.
Η κλεις διατηρείται επίσης υπό την κεντρική συμβολική μορφή του κλειδόλιθου στον μύθο της Ιεράς Βασιλικής Αψίδος, το άλλο, δε, κεντρικό σύμβολο του βαθμού, το Τριπλό Τ, ομοιάζει παραστατικώς κατά τον Ragon (Orthodoxie Maconnique) με την ένωση τριών κλειδών.
Η κλεις στον Αρχαίο και Αποδεδεγμένο Σκωτικό Τύπο
Περί το τέλος της μυήσεως στον βαθμό του Μυστικού Διδασκάλου, ο Τρις Ισχυρός Διδάσκαλος λέγει στον μυούμενο: «σας εγχειρίζω την εξ ελεφαντοστού κλείδα, κόσμημα του βαθμού τούτου, το οποίον είναι ταυτοχρόνως και το έμβλημα της εχεμυθείας ... επ’ αυτής δε είναι κεχαραγμένον το στοιχείον Ζ, υπενθυμίζον το αρχικό γράμμα της εισιτηρίου λέξεως του βαθμού». Έτσι, η κλεις εγχειρίζεται στον μυούμενο αμέσως μετά την επίσημη δόση του νενομισμένου όρκου με τον οποίο αυτός δεσμεύθηκε να μην αποκαλύψει ποτέ τα μυστικά του βαθμού εις «οιονδήποτε μη δικαιούμενον να μάθη ταύτα».
Είναι γεγονός ότι υποσχέσεις σιγής δίδουμε και στους συμβολικού Τεκτονισμού βαθμούς, πλην όμως, εν προκειμένω, η σύσταση της οφειλόμενης σιγής είναι εντονότερη και εκφράζεται τόσο από το σύμβολο της κλειδός όσο και από το σημείο της σιγής. Αυτό υπονοεί την ύπαρξη μυστικών, τα οποία αναφέρονται σε γνώσεις μορφής εσωτερικής, και για τα οποία η επιβολή ορκοδοσίας κρίνεται επιβεβλημένη. Σε κάθε άλλη περίπτωση η απαιτούμενη σιγή θα ήταν ανεδαφική. Το ότι το είδος των φυλασσόμενων στον βαθμό αυτό είναι σπουδαίο υποδηλώνεται και από την πολύτιμη ύλη από την οποία η κλείδα είναι κατασκευασμένη. Το λευκό χρώμα της ύλης εικονίζει την αγνότητα, το δε πολύτιμο αυτής την αγνότητα η οποία είναι ανώτερης τάξεως και αποτελεί την προϋπόθεση για τον φωτισμό του μύστου από την υπέρτερη πνευματική γνώση. Επί της κλειδός χαραγμένο είναι το γράμμα Ζ, έβδομο γράμμα της ελληνικής αλφαβήτου. Ας σημειωθεί ότι κατά την αριθμοσοφία ο αριθμός 7 αποτελεί το σύμβολο του ηλιακού φωτός και της εσώτερης πνευματικότητας. Άλλωστε η εισιτήριος λέξη του βαθμού σημαίνει «λάμψις, λαμπρότης» και το είδος των εσωτερικών γνώσεων είναι λαμπρό, φωτεινό.
Επομένως, συνειρμικά μπορούμε να πούμε ότι διά της αγνότητας κτάται η υπέρτερη, η λαμπρή πνευματική γνώση. Η αλήθεια αυτή έχει τονισθεί σε όλες τις εσωτερικές παραδόσεις.
Η κλεις, όμως, έχει διττή εσωτερική σημασία. Κατά τον Σπ. Νάγο «η κλεις εικονίζει το μέσο με το οποίο ο μυούμενος θα ανοίξη το θείο άντρο διά να εισέλθει εις την γνώσιν των αληθειών της φύσεως». Με λίγα λόγια πρόκειται για την κλείδα του κρυπτογραφικού κώδικα της επιστήμης των συμβόλων. Η κλεις αυτή, σύμφωνα με τον Νάγο, είναι μαγική, διότι μας βοηθάει να αναγνώσουμε τις εσωτερικές αλήθειες που κρύβονται πίσω από τους συμβολισμούς και μας επιτρέπει την αντικειμενική ερμηνεία αυτών. Σε παλαιό Γαλλικό τυπικό του βαθμού διαβάζουμε: «τη βοηθεία της κλειδός είναι δυνατόν να αποκτηθώσι τα μυστικά του Τάγματος». Υπό την ίδια έννοια και ο μύστης Ιησούς έλεγεν στον Πέτρο «...και δώσω σοι τας κλεις της βασιλείας των ουρανών».
Η εσωτερική μέθοδος ανευρέσεως της κλειδός
Όπως όλα τα αρχαία μυστήρια και αργότερα οι μυστηριακές οργανώσεις, έτσι και ο Τεκτονισμός, συμβολικός και φιλοσοφικός, διακρίνεται σε εσωτερικό και εξωτερικό. Εξωτερικός είναι εκείνος του οποίου κάθε μυημένος μπορεί να λάβει γνώση με την ανάγνωση των τεκτονικών τυπικών, των κατηχήσεων των βαθμών ή άλλων τεκτονικών συγγραμμάτων. Εσωτερικός, όμως, είναι εκείνος ο οποίος είναι γνωστός μόνο στους αληθινά μυημένους, αποκαλύπτεται, δε, σταδιακά με τις μυήσεις στους επιγενόμενους βαθμούς. Κατά τον Ανδριανόπουλο «κάθε τέκτων οφείλει μόνος του και υπό την ώθηση της ιδίας αυτοίς σκέψης και ψυχικής εμπνεύσεως να σχίσει τον πέπλο των αλληγορικών παραστάσεων τον περικαλύπτοντα την πίσω από τα σύμβολα και της αλληγορίες κρυπτομένη αλήθεια».
Κατά δε τον Whaite «το κλειδί της ουσιαστικής ζωής του Τάγματος δύναται να εξεύρη ο τέκτων μόνον εισχωρώντας πλήρως σ’ αυτήν». Τότε θα ανακαλύψει την εσωτερική έννοια του Τεκτονικού συμβολισμού και της Τεκτονικής φιλοσοφίας. Θα ανακαλύψει αυτό που κείται κάτω από την επιφάνεια των διαφόρων βαθμών και είναι αυτό που μόνο ανακαλύπτουν μόνο οι κατορθώσαντες να εμβαθύνουν στο πνεύμα του. Ο λόγος είναι ότι ο Τεκτονισμός αυτός είναι προσωπικός για τον καθένα, αν και στη ρίζα του είναι κοινός για όλους, μιας και αποτελεί την μεταφορική μέθοδο της προόδου της ψυχής προς το θεό Η κλείδα της μυστικής του διδασκαλίας δεν βρίσκεται πουθενά τυπωμένη, ούτε αναφέρεται στις εργασίες της Στ\, αλλά έγκειται στην αυτοσυγκέντρωση και στην κατάβαση στον ίδιον «εγώ».
Επιμύθιο
Κατά μια προτροπή του Corpus Hermeticum «αν δεν κάνεις τον εαυτό σου ίσο με το Θεό, δεν μπορείς να καταλάβεις το Θεό γιατί το όμοιο δεν είναι κατανοητό παρά μόνο στο όμοιο». Έτσι, και ο Τέκτονας καλείται να ανεύρει την κλείδα της κατανόησης των πάντων, όλων των τεχνών και των επιστημών της φύσης. Για να γίνει αντικαταστάτης αντάξιος του Μεγάλου Αρχιτέκτονα του Ναού Χ\Α\, καλείται να ανυψωθεί ψηλότερα από τα μεγαλύτερα ύψη, να χαμηλώσει βαθύτερα από τα μεγαλύτερα βάθη. Καλείται να θέσει εαυτόν στην αναζήτηση της ενσυνείδητης ενεργητικότητας, της θέλησης και της αφοσίωσης στο καθήκον. Καλείται να γίνει θεράπων της εσωτερικής σιγής και της εχεμυθείας. Καλείται, να ξαναγίνει μαθητής, μαθητής όμως φιλόσοφος. Διότι σύμφωνα με την κατήχηση στο βαθμό του αγνώστου και εξόχου μαθητού του Τάγματος του Ακτινοβόλου Αστέρα, ως απάντηση στην ερώτηση «τις η ηλικία ενός φιλοσόφου» απαντάται το εξής «ο Τέκτων από την στιγμή που ανευρίσκει την κλείδα των αναζητήσεων, μέχρι και την στιγμή των ανακαλύψεων δεν γηράσκη».