1. Ο Τεκτονισμός είναι μία οδός η οποία καλείται να επιτύχει τη μέγιστη δυνατή ισορροπία μεταξύ των εκδηλώσεων της ανθρώπινης φύσης και των λειτουργιών των Κόσμων. Χάρη στην μέθοδο που επιλέγει οδηγεί την ανθρώπινη ψυχή σε οδούς ανώτερης σκέψης, παρακινώντας την συντονισθεί με μία πραγματικότητα που βρίσκεται πίσω από την εξωτερική όψη των πραγμάτων (εξ ου και η μυσταγωγία του). Για τον λόγο αυτό η κατανόηση της διδασκαλίας του Τεκτονισμού προϋποθέτει προκαταρκτικά την παραδοχή του αντικειμένου του, της διδασκαλίας, αλλά και της μυητικής του μεθόδου. Η περαιτέρω κατανόηση της εσωτερικής του παράδοσης και των μυσταγωγικών του μορφών θα οδηγήσει σταδιακά τον μυημένο προς τον άγνωστο κόσμο του αλληγορικού μυστικού ή, όπως λέγει ο Νάγος, προς τη «μεταφυσική οδό της πραγματικής μυήσεως».
Η αφή των κηρίων, το έργο δηλαδή του φωτισμού του Ν., αποτελεί στοιχείο κοσμογονικό (εντός της Στ.), είναι δε το πιο σημαντικό μέρος του τυπικού εκτός μυήσεως το οποίο δεν γνωρίζει ο νεομύητος, αλλά βλέπει την πρώτη φορά –μετά τη μύηση- που παρευρίσκεται στις εργασίες της μητέρας Στ.. Αυτό δεν είναι τυχαίο διότι τη Στ. μπορούν να φωτίσουν μόνον πνεύματα ικανά και εσωτερικά προετοιμασμένα εντός της Καρδίας και του Νου στα οποία η μύηση έχει αρχίσει να έχει αποτελέσματα.
2. Ο Τελ. είναι ο φέρων το φως, αυτός που φέρει το φως στους αδ. αδ. τους, αλλά και εν γένει στους συνανθρώπους του. Όταν ο Σεβ. του δώσει το φως που έχει λάβει από το Ιερό Πυρ (αενάως αναμμένο και ευρισκόμενο στο Τρίκηρο που βρίσκεται επί της έδρας του), ο Τελετ. το φέρει προς τους Επ., ο οποίος με το κηρίο ανάβει ένα μεγαλύτερο που είναι τοποθετημένο στο κηροπήγιο εμπρός του. Ο δε β’ Επ. αφού ανάψει το δικό του και «φωτίσει συμβολικά τη στήλη του», σβήνει το λεπτό κηρίο είτε με το σφυρίον του είτε με έναν κηροσβέστη. Δεν πρέπει να το σβήσει φυσώντας το, επειδή κάτι τέτοιο θα είχε ως αποτέλεσμα τη μόλυνση του Ιερού Πυρός μέσω της πνοής που είναι ακάθαρτη. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο οι Πάρσες (οι οπαδοί του Ζωροάστρη), που αποκαλούνται «πυρολάτρες» -επειδή θεωρούν το Ιερό Πυρ ως το μεγαλύτερο σύμβολο και έκφραση του Θείου- δεν επέτρεπαν ποτέ να μολυνθεί. Ακολουθεί η κάθοδος του Σεβ. από την Αν. και η συγκέντρωση των τριών πρώτων αξ. αξ. της Στ. γύρω από τον Ι. Τ. για τη λεγόμενη αφή των κηρίων.
Ο Σεβ. λέγει «Η Σοφία ας μας οδηγεί κατά την ανοικοδόμηση του Ναού της Αρετής» (και ανάβει το κηρίο του). Ο Α’ Επ. «Δια της Ισχύος ας ανοικοδομηθεί ούτος» και ο β’ Επ. «Και δια του Κάλλους ας διακοσμηθεί ούτος». Η τελετουργία αυτή μας υπενθυμίζει, για μία ακόμη φορά, τις τρεις Όψεις του Μ.Α.Τ.Σ.. Συμβολίζεται εν προκειμένω η μετάβαση του απολύτου στο σχετικό, του θείου μακρόκοσμου στον εν Στοά μικρόκοσμο, μιας καταστάσεως που ακολουθεί τη σειρά της σοφίας, της ισχύος και του κάλλους, για την προπαρασκευή του ανοίγματος της Στοάς, την έναρξη δηλαδή του έργου της ανεγέρσεως του Ναού.
Είναι αλήθεια ότι η χρήση του πυρός στις θρησκευτικές ή τις τεκτονικές τελετουργίες ελάχιστα γίνεται κατανοητή. Το άναμμα ενός κηρίου με θρησκευτικό ή τελετουργικό σκοπό είναι πράξη ανάλογη της προσευχής, πάντοτε δε αποτελεί επίκληση για την έκχυση δυνάμεως εκ των άνω. Συνεπώς, οι τρεις κύριοι Αξ., προφέροντας τις συγκεκριμένες φράσεις ενώ ανάβουν τα κηρία τους, δεν αναγγέλλουν μόνον συμβολικά ότι αναπαριστούν ορισμένες Όψεις του Ανώτερου Κόσμου ή Πεδίου (όχι πάντως του υλικού), αλλά στην πραγματικότητα εγκαθιστούν συγκεκριμένο σύνδεσμο με τις Όψεις αυτές, σύνδεσμο που δημιουργείται σε απάντηση του επικλητικού τους αιτήματος.
Θα μπορούσε το ίδιο αποτέλεσμα να παραχθεί με ηλεκτρικά φώτα, που χρησιμοποιούνται σε ορισμένες ανώτερες Στοές ή Περιστύλια αντί των κηρίων; Φρονούμε πως όχι διότι δεν παράγουν το ίδιο αποτέλεσμα. Δίνουν μεν φως, αλλά όχι πυρ και, επομένως, η αποτελεσματικότητά τους είναι ελλιπής. Παρ’ όλα αυτά, το ηλεκτρικό φως επιτρέπεται για τον φωτισμό του Ακτινοβόλου Αστέρος, καθώς και για τον Παντεπόπτη Οφθαλμό, τον Ήλιο και τη Σελήνη, άνωθεν του Σεβ..
Όσα γνωρίζουμε όλοι μας για τη αρωγή που οφείλουν οι αδ. αδ. να παρέχουν προς τους Αξιωματικούς της Στοάς κατά το άνοιγμα της Στ., εφαρμόζονται με μεγαλύτερη έμφαση εδώ. Όταν ο Σεβ. λέγει: «Η σοφία Του ας μας οδηγεί» δηλαδή με άλλα λόγια «η Σοφία ας φωτίζει το έργον μας», όλοι πρέπει να ενωθούν μαζί του σε μια σθεναρή προσπάθεια επικλήσεως της θείας σοφίας, έτσι ώστε η θεία σοφία να εκδηλωθεί προς τους αδ. αδ.. Επίσης, όταν ο Α' Επ. λέγει: «Δια της Ισχύος ας ανοικοδομηθεί ούτος» δηλαδή «Το φως της ισχύος ας συνέχη το έργον μας», όλοι οφείλουν να σκέπτονται με ειλικρίνεια τη θεία ισχύ και, νοερά, να διατυπώνουν τον πόθο τους να εκπεμφθεί η ισχύς προς τα εκεί που πρέπει. Μία ακόμα προσπάθεια πρέπει να καταβληθεί όταν ο Β' Επ. λέγει: «Δια του Κάλλους ας διακοσμηθεί» δηλαδή «Είθε το φως του κάλλους να καταστήσει έκδηλον το έργον μας». Αν η αφή έχει λάβει χώρα επιτυχώς, τότε θα ισχύσει κατά τη διάρκεια της συνεδρίας αυτό που διακηρύσσεται ως ευχή και υπέρτατος σκοπός των εργασιών μας, ότι δηλαδή «Το φως του Μ.Α.Τ.Σ. να τοποθετηθεί και να παραμείνει εν μέσω ημών».
Κατά τη γνώμη μου, στις παραπάνω σκέψεις μου δεν πρέπει να αποδώσουμε την παλαιά αντίληψη της προσευχής – ότι δηλαδή έχουμε την ανάγκη να προσευχηθούμε για την προσοχή του Μ.Α.Τ.Σ.. Γνωρίζουμε ότι Αυτός αποστέλλει πάντοτε τη δύναμή Του. Δικό μας έργο πρέπει να είναι η παρασκευή του διαύλου. Το σύμβολό Του εδώ εν Στοά είναι ο Παντεπόπτης Οφθαλμός, που εκπέμπει πάντοτε φως, ζωή και δόξα, χωρίς να του ζητείται. Με την εκφορά, λοιπόν, των λέξεων του τυπικού κατά την αφή αποζητούμε να καταστήσουμε τους εαυτούς μας και τη Στοά –όπως είπαμε- αγωγούς (διαύλους) στην υπηρεσία του Μ.Α.Τ.Σ..
Κατά τη διάρκεια αυτών των τελετουργιών, η σκέψη των αδ. αδ. είναι σημαντική. Κατά κύριο, όμως, λόγο πρέπει να επικεντρώσουν τη σκέψη τους προς τη θεία αγάπη. Στον Σεβ. Διδ. αναλογεί το έργο της διευθύνσεως των εργασιών, σε κάθε έναν δε από τους Αξιωματικούς ανήκει η εκτέλεση του μέρους των εργασιών που του αναλογούν. Η πλήρης, όμως, επιτυχία των τεκτονικών εργασιών εξαρτάται από την περισυλλογή και την ανιδιοτέλεια κάθε αδ. μέσα στη Στοά. Χωρίς αυτή δεν υπάρχει πραγματική ζωή στο έργο. Πρέπει, άλλωστε, να μας ανησυχεί το γεγονός ότι σε πολλές Τεκτονικές Στοές, μολονότι η εργασία εστιάζεται στο μέγα ιδεώδες της φιλανθρωπίας, παρατηρείται ολοσχερής αποτυχία στο έργο της ακτινοβολίας πνευματικής μυσταγωγικής δυνάμεως.
Το τυπικό μπορεί μεν να εκτελείται με ακρίβεια και ωραιότητα, δεν έχει όμως γίνει αντιληπτό πόσα πολλά εξαρτώνται από την επικεντρωμένη σε αυτό σκέψη και την κατανόηση όλων όσων σημαίνει και υπαινίσσεται. Η επίκληση της ευλογίας του Μεγάλου Αρχιτέκτονος πρέπει να γίνεται, όχι τόσο με τον απλό τύπο των λέξεων και των πράξεων όσο με το πνεύμα που αποτελεί τη βάση του έργου της Στοάς.
3. Όταν ολοκληρωθεί η τελετή της αφής των κηρίων, η Στοά θεωρείται ανοιγμένη. Είναι γεγονός, όμως, ότι αυτή η πράξη δεν είναι καθόλου απλή και εύκολη. Το άνοιγμα μιας Τεκτονικής Στοάς αποτελεί, από μόνο του, μία εξαιρετικά σημαντική και ενδιαφέρουσα τελετουργία, η δε επιτυχία του έργου της εσπέρας εξαρτάται από την κατάλληλη και επιμελή εκτέλεσή της (δηλαδή της τελετουργίας του ανοίγματος). Το έργο αυτό είναι δύσκολο, διότι απαιτεί συνολική προσπάθεια ώστε να εκτελεσθεί το καθήκον που αναλογεί στους συμμετέχοντες στη Στοά. Συμβολικά όλοι μας θεωρούμαστε κάτοχοι του Φωτός, γι’ αυτό αποτελεί καθήκον μας να διαδώσουμε το Φως αυτό σε ολόκληρο τον κόσμο και να καταστήσουμε τους εαυτούς μας συν-εργάτες του Μ.Α.Τ.Σ. στο μεγάλο Του σχέδιο για την εξέλιξη.
Πράγματι ο Μ.Α.Τ.Σ. διαχέει την πνευματική Του δύναμη στον κόσμο, όπως ο ήλιος διαχέει το δικό του φως. Όμως, όπως υπάρχουν στον κόσμο πολλά σκοτεινά μέρη, όπου το φως του ηλίου δεν μπορεί να φθάσει απ’ ευθείας, έτσι υπάρχουν και στον κόσμο πολλές ψυχές, οι οποίες δεν είναι ικανές να δεχθούν και να αφομοιώσουν τη θεία αυτή δύναμη. Όπως ο άνθρωπος χρησιμοποιώντας κάτοπτρα μπορεί να αντανακλά και να κατευθύνει το ηλιακό φως μέσα σε μια σπηλιά ή σε ένα κελάρι, έτσι μπορεί να αντανακλά το πνευματικό φως στις σκοτισμένες ψυχές και ίσως, ακόμη, να κατορθώσει να το προσφέρει στις ψυχές αυτές με τέτοιο τρόπο, ώστε να το δεχθούν και να επωφεληθούν από αυτό. Κάθε φως στον κόσμο δεν είναι παρά η μεταλλαγή του ηλιακού φωτός, στη δε Στοά του μυσταγωγικού πυρός.
Έτσι, ο Μέγας Αρχιτέκτων εκπέμπει τη δύναμή Του σε όλα τα επίπεδα, κυρίως δε στους ανώτερους κόσμους. Όμως, η συνειδητότητα της πλειονότητας των ανθρώπων δεν έχει εξελιχθεί στον απαιτούμενο βαθμό, ώστε να ενεργοποιηθεί σε εκείνους τους ανώτερους κόσμους και να δεχθεί άμεσα την επιρροή από τη δύναμη αυτή. Παρ’ όλα αυτά, εάν οι άνθρωποι που είναι ήδη κάπως εξελιγμένοι καταστήσουν τον εαυτό τους δεκτικό προς τη δύναμη που εκπέμπει ο Μ.Α.Τ.Σ. και επιβραδύνουν τον υψηλό ρυθμό των δονήσεών της, διοχετεύοντάς την μέσα από τα ανώτερα και λεπτότερα σώματά τους (τα λεγόμενα «αόρατα»), τότε η δύναμη αυτή μπορεί να διαχυθεί σε μεγάλη έκταση προς τον κόσμο, έχοντας λάβει μια τέτοια ποιότητα ώστε να μπορεί να αφομοιωθεί από τους ανθρώπους. Αυτό αποτελεί σημαντικό μέρος της εργασίας, που επιτελούν όλοι όσοι επιθυμούν να συν-εργάζονται εντός μιας Τεκτονικής Στ..
4. Ας έχουμε υπ’ όψιν μας ότι το τεκτονικό τυπικό και δη η τελετουργία της αφής των κηρίων ως ολοκλήρωση του ανοίγματος της Στ. δεν απαιτεί την ανιαρή υπακοή, αλλά την εγκάρδια συνεργασία όλων μας. Η σκέψη των μελών κάθε Στ. πρέπει να βρίσκεται σε εγρήγορση και ο νους τους να είναι διαρκώς προσηλωμένος στο έργο που εκτελούν. Αυτό επειδή, εάν επαναλαμβάνεται ένα τυπικό συνεχώς, δημιουργείται η τάση να καταστεί σύνηθες, με αποτέλεσμα ανθρώπινα να μην αποδίδεται σε αυτό ολόκληρη η προσοχή μας. Συνεπώς, δεν είναι αυτός ο τρόπος με τον οποίο θα επιτύχουμε τα καλύτερα αποτελέσματα. Είναι ανάγκη να συντονίσουμε αποτελεσματικά το νου μας σε ό,τι λέμε και κάνουμε. Τις φράσεις κατά το άνοιγμα της Στοάς τις προφέρουν μόνον οι Πρώτοι Αξιωματικοί, όμως, κάθε μέλος πρέπει να γνωρίζει αυτές από στήθους. Όταν προσερχόμαστε στο Ναό το κάνουμε για ορισμένο σκοπό. Το κάνουμε όχι για να λάβουμε, αλλά για να δώσουμε. Το ποσό της πνευματικής δυνάμεως και της αρωγής που μπορούμε να δώσουμε εξαρτάται, κατά κύριο λόγο, από την ένταση με την οποία προσηλώνεται η σκέψη μας σε ό,τι εκτελούμε, καθώς και από το εύρος της συγκεκριμένης αντιλήψεως που έχουμε για τον σκοπό αυτόν. Το γεγονός αυτό αναμφίβολα προϋποθέτει σημαντική νοητική προσπάθεια. Όμως, η προσπάθεια αυτή, αξίζει τον κόπο να καταβληθεί. Για τον λόγο αυτό, όταν ο Σεβ.πριν από την έναρξη των εργασιών ζητά τη συνδρομή όλων των αδ. αδ. εννοεί ότι αυτοί θα πρέπει να προετοιμασθούν, προκειμένου να συν-εργασθούν μαζί του στο έργο της εσπέρας. Αυτή δε η σημαντική προκαταρκτική εργασία επιτυγχάνεται με την αφή των κηρίων, με τον φωτισμό της Στ. και επέκεινα με τον φωτισμό των ψυχών των μυστών που συμμετέχουν στο Μεγάλο Έργο.
Οφείλουμε κάθε φορά που προσερχόμεθα στις εργασίες της Στ. να προσβλέπουμε επικλητικά στον φωτισμό του εσωτερικού μας είναι, στην ανάλαμψη του εν ημίν υπάρχοντος θείου σπινθήρα μαζί με την αφή των κηρίων και τον φωτισμό της Στ.. Τότε, ενδεχομένως, να μπορούμε να πούμε ότι η μυσταγωγική έλλαμψη την οποία δεχθήκαμε με τη μύηση έχει καταστεί ενεργή και μας οδηγεί στην ατραπό που βαίνει προς την Αν.
Η αφή των κηρίων, το έργο δηλαδή του φωτισμού του Ν., αποτελεί στοιχείο κοσμογονικό (εντός της Στ.), είναι δε το πιο σημαντικό μέρος του τυπικού εκτός μυήσεως το οποίο δεν γνωρίζει ο νεομύητος, αλλά βλέπει την πρώτη φορά –μετά τη μύηση- που παρευρίσκεται στις εργασίες της μητέρας Στ.. Αυτό δεν είναι τυχαίο διότι τη Στ. μπορούν να φωτίσουν μόνον πνεύματα ικανά και εσωτερικά προετοιμασμένα εντός της Καρδίας και του Νου στα οποία η μύηση έχει αρχίσει να έχει αποτελέσματα.
2. Ο Τελ. είναι ο φέρων το φως, αυτός που φέρει το φως στους αδ. αδ. τους, αλλά και εν γένει στους συνανθρώπους του. Όταν ο Σεβ. του δώσει το φως που έχει λάβει από το Ιερό Πυρ (αενάως αναμμένο και ευρισκόμενο στο Τρίκηρο που βρίσκεται επί της έδρας του), ο Τελετ. το φέρει προς τους Επ., ο οποίος με το κηρίο ανάβει ένα μεγαλύτερο που είναι τοποθετημένο στο κηροπήγιο εμπρός του. Ο δε β’ Επ. αφού ανάψει το δικό του και «φωτίσει συμβολικά τη στήλη του», σβήνει το λεπτό κηρίο είτε με το σφυρίον του είτε με έναν κηροσβέστη. Δεν πρέπει να το σβήσει φυσώντας το, επειδή κάτι τέτοιο θα είχε ως αποτέλεσμα τη μόλυνση του Ιερού Πυρός μέσω της πνοής που είναι ακάθαρτη. Για τον ίδιο ακριβώς λόγο οι Πάρσες (οι οπαδοί του Ζωροάστρη), που αποκαλούνται «πυρολάτρες» -επειδή θεωρούν το Ιερό Πυρ ως το μεγαλύτερο σύμβολο και έκφραση του Θείου- δεν επέτρεπαν ποτέ να μολυνθεί. Ακολουθεί η κάθοδος του Σεβ. από την Αν. και η συγκέντρωση των τριών πρώτων αξ. αξ. της Στ. γύρω από τον Ι. Τ. για τη λεγόμενη αφή των κηρίων.
Ο Σεβ. λέγει «Η Σοφία ας μας οδηγεί κατά την ανοικοδόμηση του Ναού της Αρετής» (και ανάβει το κηρίο του). Ο Α’ Επ. «Δια της Ισχύος ας ανοικοδομηθεί ούτος» και ο β’ Επ. «Και δια του Κάλλους ας διακοσμηθεί ούτος». Η τελετουργία αυτή μας υπενθυμίζει, για μία ακόμη φορά, τις τρεις Όψεις του Μ.Α.Τ.Σ.. Συμβολίζεται εν προκειμένω η μετάβαση του απολύτου στο σχετικό, του θείου μακρόκοσμου στον εν Στοά μικρόκοσμο, μιας καταστάσεως που ακολουθεί τη σειρά της σοφίας, της ισχύος και του κάλλους, για την προπαρασκευή του ανοίγματος της Στοάς, την έναρξη δηλαδή του έργου της ανεγέρσεως του Ναού.
Είναι αλήθεια ότι η χρήση του πυρός στις θρησκευτικές ή τις τεκτονικές τελετουργίες ελάχιστα γίνεται κατανοητή. Το άναμμα ενός κηρίου με θρησκευτικό ή τελετουργικό σκοπό είναι πράξη ανάλογη της προσευχής, πάντοτε δε αποτελεί επίκληση για την έκχυση δυνάμεως εκ των άνω. Συνεπώς, οι τρεις κύριοι Αξ., προφέροντας τις συγκεκριμένες φράσεις ενώ ανάβουν τα κηρία τους, δεν αναγγέλλουν μόνον συμβολικά ότι αναπαριστούν ορισμένες Όψεις του Ανώτερου Κόσμου ή Πεδίου (όχι πάντως του υλικού), αλλά στην πραγματικότητα εγκαθιστούν συγκεκριμένο σύνδεσμο με τις Όψεις αυτές, σύνδεσμο που δημιουργείται σε απάντηση του επικλητικού τους αιτήματος.
Θα μπορούσε το ίδιο αποτέλεσμα να παραχθεί με ηλεκτρικά φώτα, που χρησιμοποιούνται σε ορισμένες ανώτερες Στοές ή Περιστύλια αντί των κηρίων; Φρονούμε πως όχι διότι δεν παράγουν το ίδιο αποτέλεσμα. Δίνουν μεν φως, αλλά όχι πυρ και, επομένως, η αποτελεσματικότητά τους είναι ελλιπής. Παρ’ όλα αυτά, το ηλεκτρικό φως επιτρέπεται για τον φωτισμό του Ακτινοβόλου Αστέρος, καθώς και για τον Παντεπόπτη Οφθαλμό, τον Ήλιο και τη Σελήνη, άνωθεν του Σεβ..
Όσα γνωρίζουμε όλοι μας για τη αρωγή που οφείλουν οι αδ. αδ. να παρέχουν προς τους Αξιωματικούς της Στοάς κατά το άνοιγμα της Στ., εφαρμόζονται με μεγαλύτερη έμφαση εδώ. Όταν ο Σεβ. λέγει: «Η σοφία Του ας μας οδηγεί» δηλαδή με άλλα λόγια «η Σοφία ας φωτίζει το έργον μας», όλοι πρέπει να ενωθούν μαζί του σε μια σθεναρή προσπάθεια επικλήσεως της θείας σοφίας, έτσι ώστε η θεία σοφία να εκδηλωθεί προς τους αδ. αδ.. Επίσης, όταν ο Α' Επ. λέγει: «Δια της Ισχύος ας ανοικοδομηθεί ούτος» δηλαδή «Το φως της ισχύος ας συνέχη το έργον μας», όλοι οφείλουν να σκέπτονται με ειλικρίνεια τη θεία ισχύ και, νοερά, να διατυπώνουν τον πόθο τους να εκπεμφθεί η ισχύς προς τα εκεί που πρέπει. Μία ακόμα προσπάθεια πρέπει να καταβληθεί όταν ο Β' Επ. λέγει: «Δια του Κάλλους ας διακοσμηθεί» δηλαδή «Είθε το φως του κάλλους να καταστήσει έκδηλον το έργον μας». Αν η αφή έχει λάβει χώρα επιτυχώς, τότε θα ισχύσει κατά τη διάρκεια της συνεδρίας αυτό που διακηρύσσεται ως ευχή και υπέρτατος σκοπός των εργασιών μας, ότι δηλαδή «Το φως του Μ.Α.Τ.Σ. να τοποθετηθεί και να παραμείνει εν μέσω ημών».
Κατά τη γνώμη μου, στις παραπάνω σκέψεις μου δεν πρέπει να αποδώσουμε την παλαιά αντίληψη της προσευχής – ότι δηλαδή έχουμε την ανάγκη να προσευχηθούμε για την προσοχή του Μ.Α.Τ.Σ.. Γνωρίζουμε ότι Αυτός αποστέλλει πάντοτε τη δύναμή Του. Δικό μας έργο πρέπει να είναι η παρασκευή του διαύλου. Το σύμβολό Του εδώ εν Στοά είναι ο Παντεπόπτης Οφθαλμός, που εκπέμπει πάντοτε φως, ζωή και δόξα, χωρίς να του ζητείται. Με την εκφορά, λοιπόν, των λέξεων του τυπικού κατά την αφή αποζητούμε να καταστήσουμε τους εαυτούς μας και τη Στοά –όπως είπαμε- αγωγούς (διαύλους) στην υπηρεσία του Μ.Α.Τ.Σ..
Κατά τη διάρκεια αυτών των τελετουργιών, η σκέψη των αδ. αδ. είναι σημαντική. Κατά κύριο, όμως, λόγο πρέπει να επικεντρώσουν τη σκέψη τους προς τη θεία αγάπη. Στον Σεβ. Διδ. αναλογεί το έργο της διευθύνσεως των εργασιών, σε κάθε έναν δε από τους Αξιωματικούς ανήκει η εκτέλεση του μέρους των εργασιών που του αναλογούν. Η πλήρης, όμως, επιτυχία των τεκτονικών εργασιών εξαρτάται από την περισυλλογή και την ανιδιοτέλεια κάθε αδ. μέσα στη Στοά. Χωρίς αυτή δεν υπάρχει πραγματική ζωή στο έργο. Πρέπει, άλλωστε, να μας ανησυχεί το γεγονός ότι σε πολλές Τεκτονικές Στοές, μολονότι η εργασία εστιάζεται στο μέγα ιδεώδες της φιλανθρωπίας, παρατηρείται ολοσχερής αποτυχία στο έργο της ακτινοβολίας πνευματικής μυσταγωγικής δυνάμεως.
Το τυπικό μπορεί μεν να εκτελείται με ακρίβεια και ωραιότητα, δεν έχει όμως γίνει αντιληπτό πόσα πολλά εξαρτώνται από την επικεντρωμένη σε αυτό σκέψη και την κατανόηση όλων όσων σημαίνει και υπαινίσσεται. Η επίκληση της ευλογίας του Μεγάλου Αρχιτέκτονος πρέπει να γίνεται, όχι τόσο με τον απλό τύπο των λέξεων και των πράξεων όσο με το πνεύμα που αποτελεί τη βάση του έργου της Στοάς.
3. Όταν ολοκληρωθεί η τελετή της αφής των κηρίων, η Στοά θεωρείται ανοιγμένη. Είναι γεγονός, όμως, ότι αυτή η πράξη δεν είναι καθόλου απλή και εύκολη. Το άνοιγμα μιας Τεκτονικής Στοάς αποτελεί, από μόνο του, μία εξαιρετικά σημαντική και ενδιαφέρουσα τελετουργία, η δε επιτυχία του έργου της εσπέρας εξαρτάται από την κατάλληλη και επιμελή εκτέλεσή της (δηλαδή της τελετουργίας του ανοίγματος). Το έργο αυτό είναι δύσκολο, διότι απαιτεί συνολική προσπάθεια ώστε να εκτελεσθεί το καθήκον που αναλογεί στους συμμετέχοντες στη Στοά. Συμβολικά όλοι μας θεωρούμαστε κάτοχοι του Φωτός, γι’ αυτό αποτελεί καθήκον μας να διαδώσουμε το Φως αυτό σε ολόκληρο τον κόσμο και να καταστήσουμε τους εαυτούς μας συν-εργάτες του Μ.Α.Τ.Σ. στο μεγάλο Του σχέδιο για την εξέλιξη.
Πράγματι ο Μ.Α.Τ.Σ. διαχέει την πνευματική Του δύναμη στον κόσμο, όπως ο ήλιος διαχέει το δικό του φως. Όμως, όπως υπάρχουν στον κόσμο πολλά σκοτεινά μέρη, όπου το φως του ηλίου δεν μπορεί να φθάσει απ’ ευθείας, έτσι υπάρχουν και στον κόσμο πολλές ψυχές, οι οποίες δεν είναι ικανές να δεχθούν και να αφομοιώσουν τη θεία αυτή δύναμη. Όπως ο άνθρωπος χρησιμοποιώντας κάτοπτρα μπορεί να αντανακλά και να κατευθύνει το ηλιακό φως μέσα σε μια σπηλιά ή σε ένα κελάρι, έτσι μπορεί να αντανακλά το πνευματικό φως στις σκοτισμένες ψυχές και ίσως, ακόμη, να κατορθώσει να το προσφέρει στις ψυχές αυτές με τέτοιο τρόπο, ώστε να το δεχθούν και να επωφεληθούν από αυτό. Κάθε φως στον κόσμο δεν είναι παρά η μεταλλαγή του ηλιακού φωτός, στη δε Στοά του μυσταγωγικού πυρός.
Έτσι, ο Μέγας Αρχιτέκτων εκπέμπει τη δύναμή Του σε όλα τα επίπεδα, κυρίως δε στους ανώτερους κόσμους. Όμως, η συνειδητότητα της πλειονότητας των ανθρώπων δεν έχει εξελιχθεί στον απαιτούμενο βαθμό, ώστε να ενεργοποιηθεί σε εκείνους τους ανώτερους κόσμους και να δεχθεί άμεσα την επιρροή από τη δύναμη αυτή. Παρ’ όλα αυτά, εάν οι άνθρωποι που είναι ήδη κάπως εξελιγμένοι καταστήσουν τον εαυτό τους δεκτικό προς τη δύναμη που εκπέμπει ο Μ.Α.Τ.Σ. και επιβραδύνουν τον υψηλό ρυθμό των δονήσεών της, διοχετεύοντάς την μέσα από τα ανώτερα και λεπτότερα σώματά τους (τα λεγόμενα «αόρατα»), τότε η δύναμη αυτή μπορεί να διαχυθεί σε μεγάλη έκταση προς τον κόσμο, έχοντας λάβει μια τέτοια ποιότητα ώστε να μπορεί να αφομοιωθεί από τους ανθρώπους. Αυτό αποτελεί σημαντικό μέρος της εργασίας, που επιτελούν όλοι όσοι επιθυμούν να συν-εργάζονται εντός μιας Τεκτονικής Στ..
4. Ας έχουμε υπ’ όψιν μας ότι το τεκτονικό τυπικό και δη η τελετουργία της αφής των κηρίων ως ολοκλήρωση του ανοίγματος της Στ. δεν απαιτεί την ανιαρή υπακοή, αλλά την εγκάρδια συνεργασία όλων μας. Η σκέψη των μελών κάθε Στ. πρέπει να βρίσκεται σε εγρήγορση και ο νους τους να είναι διαρκώς προσηλωμένος στο έργο που εκτελούν. Αυτό επειδή, εάν επαναλαμβάνεται ένα τυπικό συνεχώς, δημιουργείται η τάση να καταστεί σύνηθες, με αποτέλεσμα ανθρώπινα να μην αποδίδεται σε αυτό ολόκληρη η προσοχή μας. Συνεπώς, δεν είναι αυτός ο τρόπος με τον οποίο θα επιτύχουμε τα καλύτερα αποτελέσματα. Είναι ανάγκη να συντονίσουμε αποτελεσματικά το νου μας σε ό,τι λέμε και κάνουμε. Τις φράσεις κατά το άνοιγμα της Στοάς τις προφέρουν μόνον οι Πρώτοι Αξιωματικοί, όμως, κάθε μέλος πρέπει να γνωρίζει αυτές από στήθους. Όταν προσερχόμαστε στο Ναό το κάνουμε για ορισμένο σκοπό. Το κάνουμε όχι για να λάβουμε, αλλά για να δώσουμε. Το ποσό της πνευματικής δυνάμεως και της αρωγής που μπορούμε να δώσουμε εξαρτάται, κατά κύριο λόγο, από την ένταση με την οποία προσηλώνεται η σκέψη μας σε ό,τι εκτελούμε, καθώς και από το εύρος της συγκεκριμένης αντιλήψεως που έχουμε για τον σκοπό αυτόν. Το γεγονός αυτό αναμφίβολα προϋποθέτει σημαντική νοητική προσπάθεια. Όμως, η προσπάθεια αυτή, αξίζει τον κόπο να καταβληθεί. Για τον λόγο αυτό, όταν ο Σεβ.πριν από την έναρξη των εργασιών ζητά τη συνδρομή όλων των αδ. αδ. εννοεί ότι αυτοί θα πρέπει να προετοιμασθούν, προκειμένου να συν-εργασθούν μαζί του στο έργο της εσπέρας. Αυτή δε η σημαντική προκαταρκτική εργασία επιτυγχάνεται με την αφή των κηρίων, με τον φωτισμό της Στ. και επέκεινα με τον φωτισμό των ψυχών των μυστών που συμμετέχουν στο Μεγάλο Έργο.
Οφείλουμε κάθε φορά που προσερχόμεθα στις εργασίες της Στ. να προσβλέπουμε επικλητικά στον φωτισμό του εσωτερικού μας είναι, στην ανάλαμψη του εν ημίν υπάρχοντος θείου σπινθήρα μαζί με την αφή των κηρίων και τον φωτισμό της Στ.. Τότε, ενδεχομένως, να μπορούμε να πούμε ότι η μυσταγωγική έλλαμψη την οποία δεχθήκαμε με τη μύηση έχει καταστεί ενεργή και μας οδηγεί στην ατραπό που βαίνει προς την Αν.